του Γιώργου Αλεξανδράκη
Τη Μαρλέν την πρωτοείδα θεατρικά, αλλά και την έζησα σε όλη την προετοιμασία της, στη θεατρική παράσταση «Κύκλος», σε σκηνοθεσία Γιώργου Καραμίχου, στο Θέατρο Τέχνης.
Θετικός άνθρωπος και επαγγελματίας που δουλεύει με μεράκι και αγάπη. Έχουν περάσει σχεδόν δύο χρόνια και θυμάμαι σαν χθες τη δυνατή της ερμηνεία, ή μάλλον ερμηνείες, στους διαφορετικούς ρόλους που έπαιξε. Αυτό χρειαζόμαστε στο θέατρο ανθρώπους με φρεσκάδα στο τρόπο που παίζουν.
Πέρα από τις υποκριτικές της ικανότητες, που όποιος τη δει στο θέατρο δεν μπορεί να αμφισβητήσει, είναι και ένας αξιόλογος άνθρωπος με πολύ θετικά αποθέματα ενέργειας.
CC: Πότε πήρες την απόφαση ότι θέλεις να σπουδάσεις στο εξωτερικό;
Η απόφαση είχε παρθεί πριν τελειώσω το σχολείο. Κάπου στη πρώτη λυκείου, πήρα την απόφαση να ακολουθήσω το International Baccalaureatte, ένα πρόγραμμα που το ακολουθούν παιδιά, που έχουν σκοπό να φοιτήσουν στο εξωτερικό. Είχα πέσει και πάνω στη μεταρρύθμιση όπου καταργούσαν τις Δέσμες και με όλη αυτήν την αβεβαιότητα, με τα καινούρια δεδομένα στο εκπαιδευτικό σύστημα, ήμουν σίγουρη ότι ήθελα να ακολουθήσω αυτό το πρόγραμμα, το οποίο θα μου εξασφάλιζε μία πολύ καλή προετοιμασία για τα ξένα πανεπιστήμια.
CC: Εργάστηκες σε θεατρικές σκηνές του Λονδίνου και της Αμερικής και αποφασίζεις να επιστρέψεις στην Ελλάδα. Οι περισσότεροι θα σε ρωτούσαν γιατί να επιστρέψεις, όταν ήδη έχεις κάνει αρκετά βήματα στο εξωτερικό. Ποια είναι η άποψή σου;
Σπούδασα υποκριτική στο Lee Strasberg Theatre Institute στο Los Angeles και πήρα πτυχίο Θεατρικών Σπουδων και Θεατρολογίας από το Lancaster University της Αγγλίας. Όταν ήμουν στην Αγγλία, παράλληλα με τις σπουδές μου, είχα την τύχη να παίξω σε θεατρικές παραστάσεις. Στο L.A. έπαιξα επίσης σε περίπου 5 θεατρικές παραστάσεις, σε μικρού μήκους ταινίες και έκανα σπικάζ. Στην Αγγλία έμεινα 3 χρόνια, μέχρι να ολοκληρώσω τις σπουδές μου, και μετά έμεινα άλλα 5 στην Αμερική. Το 2008 επέστρεψα στην Ελλάδα. Οι συνθήκες ήταν τέτοιες που προτίμησα να γυρίσω στη πατρίδα μου και να αξιοποιήσω εδώ τις υποκριτικές μου δυνάμεις.
CC: Τελικά ποιο εύκολο είναι να βρεις εργασία στο αντικείμενό σου στο εξωτερικό ή στην Ελλάδα;
Η αλήθεια είναι ότι τίποτα δε γίνεται με ευκολία ούτε στην Ελλάδα ούτε στο εξωτερικό. Απλώς στο εξωτερικό θεωρώ ότι υπάρχουν περισσότερες ευκαιρίες, διότι το σύστημα είναι οργανωμένο. Ο κάθε ηθοποιός έχει τον μάνατζέρ του και τον ατζέντη του και εκπροσωπείται απ’αυτούς. Δεν είναι εύκολο να βρεις τον κατάλληλο ατζέντη, αλλά, άπαξ και τον βρεις και πιστέψει στην αξία σου, σε καθοδηγεί σωστά και τότε αξιοκρατικά πλέον ανεβαίνεις.
CC: Ποιες διαφορές διαπιστώνεις ως προς τον τρόπο επιλογής κάποιου ηθοποιού για μία παράσταση ή μία τηλεοπτική σειρά, σε σχέση με το εξωτερικό;
Είναι και πάλι, όπως προείπα, θέμα συστήματος και οργάνωσης.
CC: Γιατί πιστεύεις ότι ένας ηθοποιός, ακόμη και αν έχει πίσω του ένα βαρύ βιογραφικό, δεν γίνεται τόσο γνωστή η δουλειά του;
Εξαρτάται από την εμπορικότητα της κάθε δουλειάς που έχει κάνει.
CC: Η τηλεόραση πόσο σε έχει βοηθήσει;
Η τηλεόραση πάντα σε κάνει πιο αναγνωρίσιμη, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι σου εξασφαλίζει δουλειά για το μέλλον. Πιστεύω στην εργατικότητα και στην πίστη, δύο όπλα που χωρίς αυτά δεν προχωράς!
CC: Εμείς ως τηλεθεατές βλέπουμε απλά ένα επεισόδιο. Εσύ ως ηθοποιός, πρωταγωνιστώντας στο καθημερινό «Κλεμμένα Όνειρα», πόσες ώρες προετοιμασίας χρειάζεσαι για να γυριστεί μόνο ένα επεισόδιο;
Το κάθε επεισόδιο απαιτεί δουλειά, αφοσίωση και χρόνο από όλους τους συντελεστές. Τα γυρίσματα είναι πολύωρα και δουλεύουν παράλληλα δύο τηλεοπτικά συνεργεία επί καθημερινής βάσης!
CC: Τηλεόραση, θέατρο, κινηματογράφος; Ανάφερε μου τους λόγους εκείνους που αγαπάς το καθένα ξεχωριστά;
Αγαπώ τη δουλειά μου και δίνομαι σε αυτήν, ανεξαρτήτως χώρου. Είμαι από τη φύση μου ενθουσιώδες άτομο και πραγματικά, κάθε φορά που βρίσκομαι σε μία καινούρια συνεργασία, είτε είναι θέατρο είτε κινηματογράφος είτε τηλεόραση, είμαι ιδιαίτερα ευτυχής. Στην τηλεόραση το αποτέλεσμα της δουλειάς δεν είναι άμεσο και η αξία σου ανταποδίδεται σταδιακά, οπότε υπάρχει αυτό το υπέροχο συναίσθημα της αναμονἠς… Επίσης στην τηλεόραση, όπως και στον κινηματογράφο, μπορείς να είσαι θεατής της δουλειάς σου, ενώ στο θέατρο όχι! Στο θέατρο έχω άμεση επαφή και ζωντανή επικοινωνία με το κοινό, κάτι το οποίο με συναρπάζει.
CC: Θα άλλαζες την καθημερινότητα της Αθήνας με το Λονδίνο ή το Λος Άντζελες; Πες μου τα θετικά στοιχεία της κάθε πόλης ξεχωριστά.
Δέχομαι την πόλη μου έτσι όπως είναι, με τα θετικά της και τα αρνητικά της. Το κλίμα της, τη ζεστασιά των ανθρώπων της, που δε τη βρίσκεις πουθενά στο κόσμο, και την πηγή του πνευματικού πολιτισμού. Το Λος Άντζελες είναι η Μέκκα του κινηματογράφου και αυτό κάνει τη πόλη λαμπερή και γοητευτική. Όταν ζούσα εκεί ένιωθα άλλου είδους αποδέσμευση και χαλαρότητα από τα τυπικά. Το Λονδίνο με εμπνέει, παίρνω πολλά από αυτό, από τις θεατρικές παραστάσεις μέχρι τους ανθρώπους που κυκλοφορούν στον δρόμο.
CC: Υπάρχει κάποιος ρόλος ενός θεατρικού έργου που από τα χρόνια των σπουδών σου θα ήθελες να υποδυθείς και γιατί;
Αυτό που θέλω είναι να εξελίσσομαι μέσα από τον εκάστοτε ρόλο. Είναι εάν θέλεις το μεγαλύτερό μου θέλω στη δουλειά!
CC: Αυτήν την περίοδο που σε βρίσκουμε;
Αυτή την περίοδο είμαι στο Studio Μαυρομιχάλη, όπου παίζουμε το «Βυσσινόκηπο» του Τσέχωφ, σε σκηνοθεσία Κωστή Καπελώνη, κάθε Σάββατο και Κυριακή. Επίσης κάνω γυρίσματα για την καινούρια μεγάλου μήκους του Νίκου Ζερβού με τίτλο «Λύσσα Κακιά».
CC: Ποια θεατρικά έργα σου έρχονται στο μυαλό όταν ξεφυλλίζεις το City Code;
Η «Πιο Δυνατή» του Στρίνμπεργκ, το «Ξυπόλυτοι στο Πάρκο» του Νιλ Σάιμον, καθὠς και έργα του Πιραντέλλο, όπως το «Έτσι είναι Αν έτσι Νομίζετε» και το «Έξι Πρόσωπα Ζητούν Συγγραφέα».
Πιστεύω ότι έχουμε πολλά να ακούσουμε και να δούμε στο μέλλον από τη Μαρλέν.