«Μπορείς να παραδέχεσαι κάτι που δεν σου αρέσει»
Συνέντευξη: Γιώργος Αλεξανδράκης
Ο Τιμολέων Βερέμης, γνωστός και ως Leon of Athens, είναι ένας καλλιτέχνης με αισθητική, ταλέντο, προσωπικότητα, γενναιοδωρία και ανθρωπιά.
Ο Leon βρέθηκε στην Αθήνα και μίλησε στο City Code paper για το πάθος του για τη μουσική και την πορεία του στο εξωτερικό..
Την επομένη της συνέντευξης θα ταξίδευε στο Αμβούργο για συναυλία, ενώ τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο θα κάνει παγκόσμια περιοδεία με σταθμούς την Ιταλία, την Αγγλία, την Αμερική, τον Καναδά και την Ελλάδα.
Η ενασχόλησή σου με τη μουσική ξεκινάει…
Ξεκίνησα από μικρή ηλικία να παίζω μουσική. Την πρώτη μου μπάντα την έκανα στα 15 στο σχολείο και από τότε ήξερα ότι αυτό θέλω να κάνω, το όνειρό μου, το να μπορώ να ζω μέσα και από τη μουσική.
Οπότε ξεκίνησες από την Ελλάδα;
Μουσικά ναι, “ανδρώθηκα” στην Ελλάδα. Ήμουνα δέκα χρόνια στη μουσική σκηνή της Αθήνας προτού αποφασίσω να μετακομίσω στην Αγγλία.
Από ποια δισκογραφική ξεκίνησες και πώς βρέθηκες στο Λονδίνο;
Ήμουν στη δισκογραφική εταιρία «Archangel», όπου είχα κυκλοφορήσει τον πρώτο δίσκο μου και με αφορμή δύο συναυλίες που έκανα στο Λονδίνο και ήταν Sold out και σκέφτηκα ότι είμαι στην κατάλληλη ηλικία και υπάρχει και κοινό για να το δοκιμάσω.
Ήταν εύκολη απόφαση μια και έχεις γεννηθεί στην Αγγλία;
Έχω γεννηθεί στην Αγγλία αλλά δεν έχω ζήσει εκεί. Είχα πάντα μια επαφή βέβαια, δεν ήταν άγνωστο το μέρος. Το Λονδίνο είναι μια μουσική πρωτεύουσα, ένας προορισμός εύκολα προσβάσιμος από την Ελλάδα και είχα και φίλους που ζούσαν εκεί, οπότε μου φάνηκε το πιο λογικό μέρος να πάω.
Αν αποφάσιζες σήμερα από πού θα ξεκινούσες την πορεία σου, θα ήταν πάλι από το Λονδίνο;
Αν ξεκινούσα σήμερα θα πήγαινα στο Βερολίνο. Το Λονδίνο έχει αλλάξει πάρα πολύ τα τελευταία χρόνια.
Υπήρξαν δυσκολίες προσαρμογής στη βρετανική πρωτεύουσα;
Στην αρχή δεν μπορούσα να καταλάβω πολλά πράγματα, το τοπίο μού φαινόταν αχανές, θυμάμαι ότι μου πήρε σχεδόν ένα χρόνο για να καταλάβω τι συμβαίνει μουσικά στην πόλη.
Στη μουσική βιομηχανία δυσκολεύονται να δεχτούν εύκολα κάποιον που μιλάει τη γλώσσα τους αλλά δεν είναι Άγγλος, υπάρχει ένας σνομπισμός θα έλεγα. Φυσικά δεν σημαίνει ότι είναι όλοι έτσι.
Στην Αμερική λειτούργησε διαφορετικά;
Εκεί ένιωσα ότι αγκαλιάστηκα κατ’ ευθείαν και σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, σε αντίθεση με το Λονδίνο, πάντα μιλώντας για ένα μικρό ποσοστό ανθρώπων και χωρίς να θέλω γενικεύσω.
Ήταν εύκολο να καταλάβεις τι συμβαίνει; Υπήρξαν συνάδελφοί σου μουσικοί να σε ενημερώσουν, να μοιραστούν εμπειρίες και γνώσεις ή είναι… κλειστοφοβικά, όπως συμβαίνει και με κάποιους εγχώριους καλλιτέχνες που δεν μοιράζονται με ευκολία τη γνώση και εμπειρία τους;
Όχι δεν ήταν έτσι, αν και οι άνθρωποι συνήθως δεν ενδιαφέρονται ο ένας για τον άλλον σε μια μεγαλούπολη. Ωστόσο υπήρξαν άτομα που ήταν πολύ υποστηρικτικά.
Μεταφέρεις εμπειρίες και γνώσεις σε όσους σου τις ζητήσουν;
Μου αρέσει να μοιράζομαι τις γνώσεις μου και γενικά μου αρέσει πολύ όταν οι άνθρωποι μοιράζονται σκέψεις, γνώσεις ή εμπειρίες και γίνονται πιο εξωστρεφείς. Έτσι εξελίσσονται όλες οι τέχνες και συνολικά το ανθρώπινο είδος. Η γνώση πρέπει να μοιράζεται και όχι να αποκρύπτεται.
Όσον αφορά τον ρατσισμό αισθάνεσαι ότι σε μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Αγγλία, χώρες με διαπολιτισμικότητα μπορούν να σταθούν τέτοιου είδους φαινόμενα;
Ο ρατσισμός ανεξαρτήτου είδους δυστυχώς υπάρχει παντού, ακόμα και στη βρετανική κοινωνία. Όσο και αν προστατεύεται από τους θεσμούς και παρ’ όλο που είναι καλύτερα από άλλες ευρωπαϊκές κοινωνίες, υπάρχει.
Παραδέχομαι ότι το Λονδίνο είναι μια τρομερά φιλελεύθερη πόλη, εκεί μπορεί να δεις κάθε είδους εμφανίσεις ανθρώπων και να μη γυρίσει κανείς να κοιτάξει ή να κρίνει, ενώ σε άλλες χώρες ενδεχομένως να είχε δεχτεί ακόμα και μπούλινγκ.
Είναι θέμα παιδείας;
Ναι, είναι και θα αναφέρω ένα παράδειγμα που μου έχει μεταφέρει η Κατερίνα Ντούσκα από το σχολείο της στον Καναδά. Στο σχολείο της στο δημοτικό είχαν φέρει έναν άνθρωπο για μια μέρα παιχνιδιού. Έπαιξε μαζί τους διάφορα παιχνίδια, γέλασαν, χάρηκαν, ήρθαν κοντά του και τον αγάπησαν.
Όταν τέλειωσε η μέρα είπαν στα παιδιά ότι αυτός ο άνθρωπος με τον οποίο παίζατε σήμερα είναι φορέας του HIV. Τον αγάπησαν γι’ αυτό που είναι. Καταλαβαίνεις τι μάθημα έδωσαν στα παιδιά για μια ζωή, άλλο επίπεδο παιδείας.
Από την άλλη, αν ένα τέτοιο περιστατικό συμβεί εδώ, φαντάζομαι ότι το σχολείο δεν θα λειτουργεί από τις διαμαρτυρίες.
Η παιδεία, το υπέρτατο αγαθό.
Τι είναι εκείνο που μας κάνει να μένουμε στάσιμοι εδώ, να μην εξελισσόμαστε ως κοινωνία;
Δεν λειτουργούμε συλλογικά, είναι μια κοινωνία χωρισμένη σε μικρές ομάδες αντικρουόμενων συμφερόντων.
Δεν είναι τρομερό αυτό που βλέπεις; Ανοίγει ένα μπαρμπέρικο και ανοίγουν άλλα τρία, ανοίγει ένα φαρμακείο και δίπλα ανοίγουν άλλα τρία κ.ο.κ. και καταστρέφονται όλα μαζί.
Πώς απέκτησες προβάδισμα στο βρετανικό play list αφού δίνουν προτεραιότητα σε καλλιτέχνες με βρετανική υπηκοότητα;
Είναι φοβερό που το γνωρίζεις, ισχύει. Αυτοί το παρουσιάζουν ως εξής: ότι οφείλουν ως δημόσιο κανάλι να στηρίζουν ένα ποσοστό καλλιτεχνών από εγχώρια μουσική. Στην αρχή μου φάνηκε κάπως εθνικιστικό αλλά μετά συνειδητοποίησα ότι έκανα λάθος.
Θα πρέπει το δημόσιο κανάλι ενός τόπου να στηρίζει και τους νέους εγχώριους μουσικούς, έχει μια λογική, να βοηθούν και σχήματα από το Νότιγχαμ, το Σέφιλντ κ.ο.κ. και έτσι να αναπτύσσεται η μουσική σκηνή τους.
Αλλά είχα θυμώσει πάρα πολύ γιατί ένας από το ραδιόφωνο μου είχε πει «πρέπει να βρεις τρόπο να βγάλεις βρετανικό διαβατήριο». Του εξηγώ ότι έχω γεννηθεί στην Αγγλία και τότε μου απάντησε «εντάξει, τότε μπορείς να θεωρηθείς και Άγγλος».
Από την άλλη, όσον αφορά την κρατική τηλεόραση εδώ, πώς σου φαίνεται όταν εκπομπές ασχολούνται με τη μουσική ανακυκλώνοντας τα ίδια πρόσωπα και εξυπηρετώντας δημόσιες σχέσεις;
Αυτό είναι τραγικό. Οι ανθρώπινες σχέσεις παντού παίζουν ρόλο, εννοώ ότι υπάρχουν παρέες ανθρώπων που αλληλοβοηθούνται, μέχρι εκεί είναι ok, αλλά δεν μπορεί να τρέχει ένας κρατικός οργανισμός με αυτούς τους όρους, πρέπει να υπάρξει αξιοκρατία.
Μια από τις πρόσφατες επαγγελματικές σου επιτυχίες είναι ότι έχεις ραδιοφωνική κάλυψη διεθνώς στο BBC. Τι σημαίνει αυτό για την πορεία σου και πόσο δύσκολο ήταν να ακουστούν τραγούδια σου στο ελληνικό ραδιόφωνο;
Ήταν πολύ καλό ότι παίχτηκαν τραγούδια μου στο BBC γιατί με βοήθησε πολύ. Για κάθε play παίρνεις ένα ποσό ανάλογα με την επισκεψιμότητα της εκάστοτε εκπομπής.
Ήταν πολλοί λίγοι οι σταθμοί που με στήριξαν αρχικά στο ελληνικό ραδιόφωνο. Από την άλλη τα τραγούδια μου έχουν παίξει πολύ περισσότερο στο ελληνικό ραδιόφωνο σε σχέση με το BBC. Αλλά ναι ,όντως με βοήθησε.
Τι σου έδωσε το Λονδίνο σε επαγγελματικό επίπεδο;
Τη δυνατότητα να γνωρίσω κάποιους συνεργάτες με αισθητική και ταλέντο. Ανάμεσά τους και Έλληνες συνεργάτες που ζουν και εργάζονται στο Λονδίνο, τρομερά ταλαντούχους.
Αναρωτιέμαι πώς γίνεται ένας τόσο ταλαντούχος και δημιουργικός καλλιτέχνης να θεωρείται «αόρατος» στο εσωτερικό ενώ διαπρέπει στο εξωτερικό;
Γι’ αυτό ευθύνεται η έλλειψη αξιοκρατίας. Ένας άνθρωπος που κάνει δημιουργικά πράγματα δεν επιβραβεύεται και πολλές φορές επιβιώνουν επαγγελματικά άνθρωποι που δεν έχουν διάθεση να προσφέρουν.
Επίσης στο ερώτημα γιατί ο ίδιος άνθρωπος δυσκολεύεται στην Ελλάδα ενώ όταν πάει στο εξωτερικό διαπρέπει, η απάντηση πιστεύω ότι δεν έχει να κάνει με τον άνθρωπο αλλά με τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί το σύστημα.
Στην Αγγλία, για παράδειγμα, το περιοδικό σας θα το εκτιμούσαν διαφορετικά, θα είχε σημασία ότι χρησιμοποιείται αυτό το χαρτί και ο τρόπος παρουσίασης των φιλοξενούμενων σας. Δηλαδή έχει να κάνει κυρίως με τα ποιοτικά χαρακτηριστικά ενός πράγματος και με το μεράκι· αυτά επιβραβεύονται.
Εκτός από την ιδιότητα του ερμηνευτή, έχεις δημιουργήσει μια ιδέα -για να μην την πω επιχειρηματική κίνηση- καθώς φέρνεις Έλληνες ερμηνευτές στο Λονδίνο όπου παίζουν κυρίως για ελληνικό κοινό.
Αυτό είναι το δεύτερο κομμάτι, στο οποίο έχει συμβάλει τα μέγιστα ο Γιάννης Κουλουκάκος. Χωρίς τον Γιάννη δεν θα είχαμε κάνει με επιτυχία τόσες συναυλίες στο Λονδίνο με Έλληνες ερμηνευτές, όπως Παύλος Παυλίδης, Γιάννης Αγγελάκας, Imam Baildi, Κωνσταντίνος Βήτα, Last Drive, Μαραβέγιας, Locomondo κ.ά.
Το κοινό είναι μόνο ελληνικό;
Εξαρτάται, έχει και ξένο κοινό αλλά κυρίως στους Imam Baildi και στους Locomondo, για παράδειγμα, επειδή είναι πιο έθνικ ήχοι.
Οι Coretheband, τους οποίους θεωρώ «the best next thing» της μουσικής, άνοιξαν τη συναυλία σου στο Passport, πως έγινε η επαφή;
Είναι καταπληκτικά παιδιά, τους γνώρισα όταν άνοιξαν τη συναυλία μου στο Passport. Είναι πολύ καλοί στα live, καλά παιδιά και αφοσιωμένοι, οπότε πιστεύω ότι έχουν μέλλον.
Το κοινό στο Λονδίνο είναι πιο εύκολο να αγοράσει ένα εισιτήριο και να ακούσει κάποιον ακόμα και αν δεν τον γνωρίζει ή επιλέγει μόνο αναγνωρίσιμους ερμηνευτές;
Εδώ λειτουργούν λίγο συντηρητικά τα πράγματα για να ανθίσει εύκολα κάτι νέο και να επενδύσει το κοινό στο να πάει σε κάποια συναυλία και να το στηρίξει ή να πάει σε μια συναυλία ενός προσώπου που δεν γνωρίζει και να το ανακαλύψει.
Από την άλλη στο Λονδίνο τα μεγέθη είναι τεράστια, οπότε δεν μπορούν να συγκριθούν. Απλώς είναι πιο εύκολο να αγοράσουν ένα εισιτήριο για να βρεθούν σε ένα φεστιβάλ με νέους καλλιτέχνες και να ανακαλύψουν άλλες μουσικές.
Απορρίπτουμε είδη μουσικής και ερμηνευτές αλλά δεν τους έχουμε ακούσει. Απορρίπτουμε, για παράδειγμα, την Πάολα αλλά δεν την έχουμε ακούσει ή έχουμε ακούσει τι λένε οι άλλοι για εκείνη και όχι εμείς.
Εγώ την έχω ακούσει την Πάολα, δεν είναι του γούστου μου η μουσική της αλλά αντιλαμβάνομαι γιατί είναι αυτή που είναι και αντιλαμβάνομαι και ότι είναι και καλή σε αυτό που κάνει και εκπροσωπεί με γνησιότητα τη λαϊκότητα και τη δική της αλήθεια. Μπορείς να παραδέχεσαι κάτι που δεν σου αρέσει. Δεν θα έπρεπε να υπάρχει αυτή η παραδοχή; Εκτός φυσικά αν θεωρούμε κάποιος πάει να υποτιμήσει τη νοημοσύνη μας.
Σε σχέση με αυτό που λες, μπορεί ένα έργο να βρίσκεται σε ένα μουσείο, σ’ ένα χώρο που φέρει επωνυμία αλλά το έργο το ίδιο να υποτιμάει τη νοημοσύνη μας και εμείς να μην το παραδεχόμαστε επειδή βρίσκεται στον συγκεκριμένο χώρο.
Είναι το απόφθεγμα για έναν που πήγε να μπει σε ένα ξενοδοχείο και φορούσε ένα σκισμένο tshirt, δεν το δέχτηκαν και γύρισε πίσω φορώντας μια γούνα. Τον δέχτηκαν με χαμόγελο και περνώντας λέει στον εαυτό του «πέρασε γούνα μου». Δεν πέρασε αυτός αλλά η γούνα του ουσιαστικά.
Τι είναι εκείνο που σε κουράζει ως άνθρωπο;
Δυστυχώς η έντονη αντιπαλότητα που υπάρχει, αυτό με κουράζει, η διχόνοια. Δεν κατανοώ γιατί οι άνθρωποι ξοδεύουν τόσο πολύτιμο και δημιουργικό χρόνο.
Στον «Σταυρό του Νότου» είχες δώσει την ευκαιρία σε μια τραγουδίστρια που δεν είχε δίσκο στο ενεργητικό της και την οποία είχες γνωρίσει στο CITY CODE να σου ανοίξει τη συναυλία. Ήταν ρίσκο για σένα να επιλέξεις μια άπειρη σε live τραγουδίστρια;
Καθόλου και είναι ακριβώς αυτό που λέγαμε, όπως και με τους Coretheband. Θεωρώ ότι είναι ο μόνος τρόπος να παίρνουν πάτημα νέοι που το αξίζουν.
Απλώς ο τρόπος που το έκανες είναι λίγο σπάνιος σε σχέση με το πώς κλείνονται τα Opening act συνήθως. Άκουσες μια νέα φωνή που δεν ήταν στον κύκλο σου ή σε κάποια συνεργαζόμενη δισκογραφική με τη δική σου.
Όχι, μου άρεσε όταν την άκουσα και είπα «γιατί όχι;», να δοθεί η ευκαιρία και σε έναν νέο ερμηνευτή.
Τι πιστεύεις ότι κάνουν λάθος οι νέοι ερμηνευτές και δεν προχωράνε;
Απογοητεύονται πολύ εύκολα, ένα 90% είναι αποτυχίες, απορρίψεις στη μουσική βιομηχανία. Αυτό δεν έχει να κάνει με το έργο, μόνο με την εμπορικότητά του. Σημαντικό ρόλο παίζει και ο χαρακτήρας, ένας κακός χαρακτήρας ενδεχομένως να μην προχωρήσει μακροχρόνια.
Μια ομάδα με αυλικούς ή συνεργάτες που λένε την αλήθεια;
Οι άνθρωποι που έχω δίπλα μιλούν με απόλυτη ειλικρίνεια και όχι με κολακείες, κάτι το οποίο δεν μου αρέσει. Απλώς λένε την αλήθεια τους με ευγένεια και αυτό είναι εξίσου σημαντικό.
Είναι ωραίο να ακούς μόνο καλά λόγια αλλά για να εξελιχθείς χρειάζεσαι εποικοδομητική κριτική, όχι αυλικούς. Λίγους και ποιοτικούς ανθρώπους.
Δείχνεις ότι έχεις υπό έλεγχο όλα σου τα βήματα, ότι τα έχεις οραματιστεί, τα έχεις σχεδιάσει. Από το καλλιτεχνικό σου όνομα μέχρι τα βίντεο κλιπ σου υπάρχει υψηλή αισθητική. Είναι κάτι που το επιδιώκεις, ανεξάρτητα από το πόσος χρόνος θα απαιτηθεί να «απορροφηθεί» από το κοινό;
Επειδή μου αρέσει πολύ ο κινηματογράφος έχω δώσει πολύ έμφαση στα βίντεο κλιπ και το θεωρώ αναπόσπαστο κομμάτι της δουλειάς μου και της αισθητικής μου. Θεωρώ ότι η ποπ μουσική τού σήμερα περιέχει την εικόνα σε όλες τις μορφές. Δεν είναι μόνο μουσική, είναι ένας συνδυασμός πραγμάτων.
Η ποπ έχει μια ευρεία έννοια. Είναι ένα παρεξηγημένο είδος;
Είναι παρεξηγημένο είδος. Είμαι λάτρης της ποπ κουλτούρας, με ενδιαφέρει ως κοινωνιολογική μελέτη, ο Bowie ήταν ένας σοβαρός εκπρόσωπός της.
Μια και τον αναφέρεις ο Bowie έχει αφήσει το αποτύπωμά του και έχει καταγραφεί στην ιστορία της μουσικής ως ένας καλλιτέχνης που δεν φοβήθηκε την εικόνα του. Πόσο απέχουν οι σύγχρονοι εκπρόσωποι της ποπ σκηνής από αυτό; Πώς γίνεται να υπάρχουν φοβίες που σχετίζονται με την εικόνα ή και τους ήχους;
Νομίζω ότι τα επίπεδα της μεταμόρφωσης του Bowie και την έλλειψη φόβου δεν την έχουν άλλοι καλλιτέχνες.
Πιστεύεις στο τυχαίο, στο άστρο, στη μοίρα;
Γενικά δεν είμαι μοιρολάτρης, παρ’ όλο που κατανοώ ότι υπάρχουν πράγματα που δεν μπορούμε να ελέγξουμε, δεν θέλω να ορίζουν τη ζωή μου. Δεν καταλαβαίνω τη νοοτροπία «έλα μωρέ δεν βάζω ζώνη γιατί αν είναι να τύχει το κακό…».
Επίσης με τρομάζει λίγο αυτό γιατί μπορεί να οδηγήσει σε έναν τρόπο σκέψης που μπορεί να είναι παθητικός, προληπτικός ή και ρατσιστικός ακόμα.
Όμως η συνάντησή σου με τον αρθρογράφο των New York Times;
Αυτή ήταν της μοίρας (γελάει)….
Ήταν όντως τυχαία;
Εντελώς τυχαία, δεν τον γνώρισα ποτέ. Μου έστειλαν φίλοι ένα άρθρο των New York Times που αναφερόταν στην Ελλάδα της κρίσης και στο οποίο ο δημοσιογράφος έγραφε ότι βρέθηκε στο soundcheck μου και με άκουσε να τραγουδάω ένα κομμάτι μου, το «Someday», του οποίου οι στίχοι τον ενέπνευσαν.
Σε ενοχλεί η φράση «Ο δικός μας Leon of Athens»; Με την έννοια ότι κάποιοι προσπαθούν να καρπωθούν την επιτυχία σου χωρίς καν να έχουν ασχοληθεί με τη δουλειά σου;
Την Ελλάδα την αγαπάω πολύ σαν τόπο, νιώθω πολύ συνδεδεμένος και έχω δεσμούς αγάπης με ανθρώπους στην Αθήνα. Εδώ μεγάλωσα σαν άνθρωπος και δημιουργικά. Πάρα πολλά πράγματα από αυτόν τον δίσκο έχουν γίνει εδώ, από την προπαραγωγή μέχρι τα βίντεο κλιπ.
Από την άλλη δεν μου αρέσει αυτή η οικειοποίηση σε εθνικό επίπεδο, δηλαδή δεν είναι εθνική επιτυχία, δεν είναι το αποτέλεσμα δουλειάς ενός φορέα του κράτους ή ενός συστήματος που βοηθάει την ανάπτυξη νέων καλλιτεχνών.
Είναι μια προσωπική και συλλογική επιτυχία με τους ανθρώπους που δουλεύουμε όλα αυτά τα χρόνια, σίγουρα δεν είναι εθνική και το βλέπω να το κάνουν και με τους αθλητές αυτό, όπως το είχαν κάνει με την Άννα Κορακάκη, η οποία θυμάμαι ότι έλεγε ότι δεν είχε καν προπονητήριο.
Ή ο Γιώργος Λάνθιμος, που έκανε την πρώτη του ταινία με τη βοήθεια φίλων, βοηθούσε ο ένας τον άλλον και όταν ξαφνικά ήρθε η αναγνώριση απ’ έξω, παρουσιάστηκε ως εθνική επιτυχία. Δεν έχω κανένα πρόβλημα μ’ αυτό, αρκεί σε εθνικό επίπεδο να υπάρχουν υποδομές που στηρίζουν.
Μίλησέ μας για το πρώτο βραβείο που κέρδισες με το «Aeroplane» στο unsigned only στην κατηγορία Folk/Singer-Songwriter. Υπήρξε φυσική παρουσία, ενδεχομένως κάποιος live διαγωνισμός;
Όχι, κρίθηκε το κομμάτι από μια επιτροπή και επιλέχθηκε στην κατηγορία singer – songwriter μέσα από 6.000 συμμετοχές από όλο τον κόσμο.
Είδα ότι σ’ αυτή τη διοργάνωση έγραψαν πολύ όμορφα σχόλια για σένα.
Έγραψαν όντως ωραία σχόλια και με τιμά γιατί στην επιτροπή είναι σημαντικοί άνθρωποι της παγκόσμιας μουσικής σκηνής όπως η Aimee Mann.
Από ροκ ήχους με τους Mimosa’s Dream συνεχίζεις με folk ήχους και σήμερα με ηλεκτρονική ποπ. Είσαι στο στάδιο που έχεις επιλέξει ή φαντάζεσαι τον Τίμο να αλλάζει ήχους και ύφος ακόμα να βαδίσεις και σε μονοπάτια με ελληνικό στίχο;
Όλα είναι πιθανά, θέλω να το βλέπω ανοιχτά, ότι αν θέλω μπορώ να αλλάξω και τον ήχο μου εντελώς. Μπορεί και να μην αλλάξω. Έχω ένα κομμάτι με ελληνικό στίχο, αλλά πρέπει να νιώσω ότι με εκπροσωπεί εκατό τοις εκατό για να το βγάλω. Είμαι πολύ ιδιότροπος με το θέμα του ελληνικού στίχου, πρέπει να νιώσω ότι με εκφράζει πραγματικά.
Σε φοβίζει ότι ενδεχομένως αυτοί που ακούν τη μουσική σου και ίσως είναι fans
του αγγλόφωνου, δεν σε ακολουθήσουν με ελληνικό στίχο;
Δεν θέλω να φοβάμαι. Αν το έχω ανάγκη να το βγάλω, θα το βγάλω. Αν μέσα μου νιώσω την ανάγκη ότι θέλω να το επικοινωνήσω, θα το κάνω αλλά θα πρέπει να γίνει με όσο δυνατόν άριστες προδιαγραφές και όχι επειδή θα μου ζητηθεί ή επειδή πρέπει με όποιο κόστος. Αλλά δεν θα ζυγίσω τις αντιδράσεις για να δω αν θα το κάνω.
Η αγγλόφωνη σκηνή τι θέση έχει στην Ελλάδα; Ποιους καλλιτέχνες ακούς ή πιστεύεις ότι ξεχωρίζουν;
Είναι ένα σημαντικό κομμάτι στην Ελλάδα που συνεχώς αναπτύσσεται. Υπάρχουν νέοι τραγουδοποιοί που είναι τρομερά ταλαντούχοι, η Ειρήνη Σκυλακάκη, η Κατερίνα Ντούσκα, η Ναλύσσα Γκρην, η Μελεντίνη κ.ά.
Εκτός από ταλέντο ποια χαρακτηριστικά θέλεις να έχουν οι συνεργάτες σου;
Είναι τρομερά σημαντικό να είναι καλοπροαίρετοι οι άνθρωποι σε μια ομάδα, να μην ξεκινούν με αρνητισμό, να είναι καθαρές οι επαγγελματικές σχέσεις και να μην υπάρχουν σύννεφα.
Θεωρώ εξίσου βασικό με το να είναι καλοί μουσικοί, να είναι ωραίοι χαρακτήρες. Έτσι βγαίνει η δουλειά πιο εύκολα, υπάρχει μεράκι και αγάπη και πάνω απ’ όλα εμπιστοσύνη.
Ο Γιώργος Λάνθιμος σκηνοθέτησε ένα από τα βίντεο κλιπ σου. Πώς ήταν η συνεργασία σας;
Άψογη, γενικά έχω μεγάλο θαυμασμό για τον Γιώργο, το έργο του και γι’ αυτά που έχει πετύχει και μεγάλη εκτίμηση και ως άνθρωπο. Έχει καταφέρει ήδη να αφήσει το δικό του στίγμα στον παγκόσμιο κινηματογράφο. Όσο τον έχω γνωρίσει έχω την καλύτερη άποψη για εκείνον.
Αυτό το συνεχόμενο τρέξιμο (συναυλίες, φεστιβάλ, διαγωνισμοί) σε διαφορετικές χώρες, τι κόστος έχει σε προσωπικό επίπεδο για τον Τιμολέοντα;
Δεν θέλω να παραπονιέμαι γιατί για πολλούς ανθρώπους είναι όνειρο ζωής να ταξιδεύουν. Παρ’ όλα αυτά είναι δουλειά, δηλαδή δεν πηγαίνουμε για αναψυχή, μένουμε ελάχιστες ώρες σε κάθε τοποθεσία, κουβαλάμε εξοπλισμούς, στήνουμε, παίζουμε, ξεστήνουμε, συνήθως δεν έχουμε χρόνο να δούμε πολλά άλλα πράγματα.
Το κόστος είναι ότι λείπεις αρκετά από το σπίτι σου και τους ανθρώπους που αγαπάς.