«Οι μικροί κάνουν παιχνίδι από το τίποτα, οι μεγάλοι από το κάτι.»
Χριστέλα Γκιζέλη
Πέρα από ηθοποιός, τραγουδάει, παίζει μουσικά όργανα και έχει σπουδάσει μουσική. Τη Χριστέλα Γκιζέλη την γνώρισα πριν πολλά χρόνια, στη σκηνή του Εθνικού Θεάτρου. Πηγή έμπνευσης και ζωής, η Χριστέλα είναι από τις ελάχιστες μουσικούς που παίζουν πριόνι*, του οποίου την ύπαρξη αγνοούσα. Με πολλούς και διαφορετικούς ρόλους στο βιογραφικό της, μέλος της Guillotinas, μιας μουσικά εμπνευσμένης ιδέας.
* Ειδικό πριόνι, φτιαγμένο κατάλληλα για μουσικούς.
Φωτογραφίες: George Alexandrakis Photography
Art Direction: Amarildo Topalis
Υπάρχει σχέση με τη μουσική πολλά χρόνια στη ζωή σου, παίζεις βιολί και τραγουδάς, ποια όμως ήταν η αφορμή για να ξεκινήσεις ξαφνικά να μαθαίνεις μουσικό πριόνι? Πως αυτό έγινε πραγματικότητα η επιθυμία σου αυτή;
Ενώ δεν δηλώνω ποτέ μουσικός, κατευθύνομαι κυριολεκτικά στα πάντα γύρω μου από πολύ μικρή από τη μουσική. Ίσως με έναν αρκετά εσωστρεφή τρόπο, γιατί δεν μιλάω για όσα ασχολούμαι ή βρίσκονται στο φυσικό μου περιβάλλον ούτε για το πόσες ώρες μπορώ να μελετήσω στο σπίτι μου.
Νομίζω όμως πως, αν σπάσει κάποιος το κεφάλι μου, θα ξεχειλίσει μόνο τη μουσική που έχει ακούσει. Κανένα άλλο περιεχόμενο.
Έτσι, πριν από δύο χρόνια περίπου, άκουσα αυτόν τον απόκοσμο ήχο του πριονιού-σχεδόν κάλεσμα σε φαντάσματα- και μου τρύπησε τον εγκέφαλο. Ας πούμε πως ταίριαξε με την ιδιοσυγκρασία τη δική μου.
Με συγκλόνισε η λυρικότητα, η φυσικότητα και η μεταφυσικότητά του.
Όταν αποφάσισα να ακούσω ζωντανά πριόνι και να προκαλέσω τον ήχο εγώ η ίδια, ήταν ζήτημα χρόνου να δημιουργηθούν ένα πλήθος από «τυχαίες» συμπτώσεις και συγκυρίες και να με φέρουν κοντά στον δάσκαλό μου, τον Νίκο τον Γιούσεφ.
Κάθε φορά που τελειώνει μία θεατρική παράσταση τι είναι εκείνο που παίρνεις μαζί σου για την επόμενη παράσταση;
Κρατάω μόνο τη μαγική στιγμή, όλα τα άλλα είναι για πέταμα. Μαγικό είναι το ειλικρινές αίσθημα που βιώνεται, μεταφέρεται και μοιράζεται, είτε είναι στη σκηνή είτε στο κοινό είτε στο καμαρίνι. Αυτά κρατάω.
Είσαι από τους ανθρώπους εκείνους που όταν τελειώνει μία δουλειά έχει τελειώσει ή σε περιτριγυρίζουν σκέψεις το πώς θα ήθελες να το είχες κάνει διαφορετικά;
Όταν τελειώσει η παράσταση, η παράσταση έχει τελειώσει.
Το παρελθόν σε επηρεάζει;
Το παρελθόν με επηρεάζει μόνο όταν δεν έχει παρέλθει αρκετά και συντονίζεται με το παρόν μου.
Ποιο είναι το πιο σημαντικό για έναν καλλιτέχνη, η σταθερή πορεία, η καριέρα ή οι στιγμές της εκάστοτε δουλειάς;
Δεν ξέρω. Και δεν με αφορά νομίζω να το ξέρω αυτό.
Ποιον θεωρείς πνευματικό άνθρωπο;
Οι μόνοι πνευματικοί άνθρωποι είναι τα παιδιά.
Από τη μέχρι τώρα εμπειρία σου και τη συναναστροφή σου με παιδιά, τι αισθάνεσαι ότι τα κάνει διαφορετικά ως κοινό; Η Αλήθεια τους έχει να κάνει με την αυστηρότητα ή αντιλαμβάνονται πιο ξεκάθαρα αυτό που βλέπουν;
Στα παιδιά αρέσει το κρυφτό, το κυνηγητό και τ’ αγαλματάκια ακούνητα μέρα ή νύχτα. Οι μεγάλοι, εάν και εφόσον θέλουν να παίξουν, προτιμούν τα επιτραπέζια.
Αυτή είναι η διαφορά τους.
Οι μικροί κάνουν παιχνίδι από το τίποτα, οι μεγάλοι από το κάτι.
Πριν από μερικά χρόνια επέλεξες να ταξιδέψεις στην Ιταλία, αφήνοντας πίσω μία πρόταση για την παιδική σκηνή του Εθνικού. Ποια η ανάγκη σου να το κάνεις αυτό το ταξίδι, ποιες οι εμπειρίες μέσα από αυτό;
Τότε έφυγα σχεδόν τυχοδιωκτικά. Το μόνο που ήθελα ήταν να εγκατασταθώ μέσα σε μία όμορφη εικόνα με ωραίες λέξεις και ήχους και, αν μου έδινε κάποιος μια αγελάδα να αρμέγω, θα ήμουν πραγματικά ευτυχισμένη. Ήθελα να εμπνεύσω τη ζωή μου σχεδόν απελπισμένα. Δεν θα με σταματούσε καμία πρόταση επαγγελματική, η έλλειψη χρημάτων ή η άγνοια της γλώσσας. Αντιθέτως η δυσκολία ήταν το κίνητρο. Χρειαζόμουν την περιπέτεια.
Τελικά, έζησα την πιο σπουδαία περιπέτεια σε εκείνο το ταξίδι, γνωρίζοντας συγκλονιστικούς ανθρώπους και κάνοντας πλήθος από θεοπάλαβες δουλειές για να επιβιώσω και μάλλον για να αναμετρηθώ με το ρίσκο σε πολύ νεαρή ηλικία. Δούλεψα ως χονδρέμπορος ρούχων σε παράνομες μαφιόζικες βιοτεχνίες έξω από τη Νάπολη-σε ένα βρωμερό χωριό, τη Νόλα, κάτω από τον Βεζούβιο-, υπεύθυνη σε ένα ινδικό call center, κούκλα του δρόμου στις περίφημες πλατείες της Ρώμης και ως ξεναγός σε τουρίστες εκεί.
Η συνέχεια των σπουδών μου στο θέατρο στη Ρώμη δεν ήταν ποτέ μέρος του σχεδίου, απλώς συνέβη και αυτό αρκετό καιρό μετά, όταν έμαθα να ξεγελάω τον εαυτό μου με την ιταλική γλώσσα.
Τα χρόνια που πέρασαν από τότε είναι πολλά, αλλά το ταξίδι αυτό παραμένει ανεξάντλητο. Αντλώ καθημερινά έμπνευση ακόμα.
Μία από τις φοβίες σου είναι τα αεροπλάνα, πώς προέκυψε και τι σκοπεύεις να κάνεις για αυτό;
Τη φοβία με τα αεροπλάνα την απέκτησα πριν από λίγα χρόνια, έπειτα από μία πτήση τρόμου. Σκοπεύω όμως σύντομα να την ξεπεράσω. Με περιορίζει.
Σε ένα τελευταίο ταξίδι για Παρίσι με αεροπλάνο, επέστρεψα στην Ελλάδα μέσω Ιταλίας με πλοίο. Δεν έχω πια αυτήν την πολυτέλεια χρόνου ούτε να ξεγελώ τους φόβους μου με τόση περιπέτεια.
Οι Guillotinas είναι μία από τις όμορφες συγκυρίες της ζωής σου. Ήταν ένα βήμα παραπάνω για το μέσα σου, καλλιτεχνικά; Ποιοι αποτελούν την ομάδα των Guillotinas;
Πιστεύω περισσότερο στις μονάδες απ’ ό,τι στις ομάδες.
Για μένα, αυτό που φέρει η ομάδα είναι ένας κόσμος που κουβαλά ακέραια ο καθένας ξεχωριστά και πρέπει να είναι ικανός να τον αποδώσει και να τον εμπνεύσει από μόνος του.
Αν αυτό είναι δυνατό, τότε αυτή είναι η έννοια της ομάδας στην οποία πιστεύω.
Οι Guillotinas, για μένα, είναι ο χώρος που συντονίζω δημιουργικά τον εαυτό μου με άλλους. Και αυτοί οι άλλοι είναι σπουδαίοι, γιατί ο καθένας ξεχωριστά μπορεί και μόνος του. Από επιλογή και λαχτάρα κάνουμε κάτι μαζί και αυτός είναι ο μόνος στόχος.
Η μουσική είναι του Άγγελου Τριανταφύλλου και τραγουδιέται από τη Μαρία Διακοπαναγιώτου, τον Γιάννη Πλιάκη και μένα. Σε ένα νέο εγχείρημα των Guillotinas όμως, φέτος, έχουν προστεθεί και η Χριστίνα Μαξούρη και ο Φοίβος Ροιμένας που είναι σαν να ήταν από πάντα μαζί μας.
Και, φυσικά, υπάρχουν σταθεροί συνεργάτες και συνοδοιπόροι, από την πρώτη μέρα που ξεκίνησε αυτή η ιδέα. Δημήτρης Τίγκας (κοντραμπάσσο), Μάριος Δαπέργολας (βιόλα), Σπύρος Τζέκος (κλαρινέττο), Αρης Ζέρβας (τσέλλο) και η Δάφνη Ηλιοπούλου που είναι υπεύθυνη της εικόνας μας (ενδυματολόγος -σκηνογράφος).
Σε κουράζει η ρουτίνα τόσο στη δουλειά όσο και στη ζωή ή το αλλάζεις συνεχώς για να νιώθεις σε εγρήγορση; Είσαι από τους ανθρώπους εκείνους που ακόμη και σήμερα προτιμούν την επαγγελματική τους ευτυχία παρά να βρίσκονται κάπου που δεν θέλουν απλά και μόνο για τα χρήματα;
Το ζητούμενο μου δεν ήταν και δεν είναι ποτέ τα χρήματα, αλλά, όταν έρχεται η στιγμή να βάλω σε τάξη τη ζωή μου και να δημιουργήσω μια μικρή ρουτίνα για να μην λειτουργώ απελπισμένα, φυσικά μαζί με το καλλιτεχνικό κίνητρο εξετάζω και αυτό. Όταν με προσλαμβάνουν σε κάτι, πρέπει να πληρωθώ από αυτό.
Είμαι εργαλείο στα χέρια κάποιου δημιουργού, υποστηρίζοντας το προσωπικό του όραμα και πρέπει να ανταμειφθούμε και οι δύο από αυτό. Και όταν λέω ανταμοιβή, δεν εννοώ την καλλιτεχνική τροφή, αλλά την πραγματική, γιατί αυτή στον κόσμο μας αγοράζεται. Δεν χαρίζεται.
Έτσι μόνο μπορώ να αποκτήσω και μία ρουτίνα που να μου επιτρέπει να μπορώ να ζω, ζώντας.
Τι θα μπορούσες να αλλάξεις στον κόσμο για να τον κάνεις ιδανικό;
Τίποτα. Ο κόσμος αλλάζει ούτως ή άλλως. Προσπαθώ ν’αλλάξω εμένα, αλλά δεν τα καταφέρνω, γιατί δεν βλέπω πως και εγώ αλλάζω ούτως ή άλλως είτε κάνω κάτι γι’ αυτό είτε όχι. Αν είχα τη σοφία να το αντιλαμβάνομαι, θα είχα και την έμπνευση να αλλάξω τον κόσμο.