ιστορίες της διπλανής πόρτας
…στην οποία δεν ξέρεις ποιος μένει!
“χαρά αγνοείται”
γράφει ο Νίκος Μήτσας
Silver Alert: εξαφάνιση χαράς!
Μπορείτε να βοηθήσετε;
Την ημέρα που εξαφανίστηκε φορούσε μαύρα ρούχα κι άραχνα
που της είχα κάνει δώρο εγώ.
Η ζωή της βρίσκεται σε κίνδυνο!
Κι εκεί που την είχα μες στα χέρια μου, που τα λέγαμε μαζί, που την ευχαριστιόμουνα, τσουπ! δίνει μία και τη χάνω! Δηλαδή όχι απλώς έτσι με ένα «τσουπ!» (δεν ειν’ καρφίτσα η χαρά να την κρατάς και να σου πέσει), έφευγε σιγά-σιγά η έρημη κι αυτή και, κάνοντας προσπάθειες να με προειδοποιήσει, εγώ δεν έπαιρνα χαμπάρι! Ώσπου πήρα. Και χαμπάρι πήρα και την κάτω βόλτα πήρα και ηρεμιστικά κόντεψα να πάρω προκειμένου να συνέλθω και απ’ όλα.
Ήταν πολύ καιρό αυτή η ιστορία. Διότι αυτό είναι το κακό με τη χαρά. Ότι φεύγει λίγο-λίγο, μέρα-μέρα, κι εσύ δεν το καταλαβαίνεις μέχρι να ‘ρθει η αφορμή. Συμβαίνουν διάφορα μικρά, καθημερινά πραγματάκια στη ζωή σου κι εσύ δε νιώθεις όχι χαρά, ούτε που σκάει το χειλάκι σου ή φουρφουρίζει λίγο το μέσα σου, αλλά λες «έλα τώρα, καημένε, που θα χαρώ που βγήκα για καφέ με τον κολλητό μου που ‘χω να τον δω δυο μήνες» ή «για το καινούργιο laptop που αγόρασα», «για τη δουλειά στο γραφείο που την έκανα καλά», «για κάτι ωραίο που άκουσα, έμαθα, κανόνισα, είδα»… κι αυτά τα μικρά, καθημερινά πραγματάκια, που φεύγουν αγέλαστα κι αμίλητα απ’ τη ζωή σου σαν τα “αγαλματάκια” που έπαιζες παιδί, έρχονται και συσσωρεύονται σαν τις σταγόνες που πέφτουν μία-μία στο ποτήρι που αφήνεις κάτω απ’ τη βρύση που σου στάζει και κάποια στιγμή δεν έχεις άλλον χώρο. Ούτε το ποτήρι ούτε εσύ. Γεμίζει ο σκληρός σου δίσκος – ξεχειλίζει το ποτήρι. Κι όπως τρέχουνε απέξω οι σταγόνες, τρέχουν και τα δάκρυα στα μάτια σου και δεν καταλαβαίνεις ούτε πώς ούτε γιατί έφτασες σ’ εκείνο το σημείο.
Η αφορμή. Μεγάλο πράγμα. Διότι, όταν περιμένεις έναν ολόκληρο χειμώνα τις καλοκαιρινές σου διακοπές ως λύση απ’ όσα σε βαραίνουν, όταν δουλεύεις και ιδροκοπάς με στόχο να ‘ρθει ο Αύγουστος, να είσαι μακριά απ’ όλα και ξαπλωμένος στην πετσέτα σου να ακούς πλαφ-πλαφ ήσυχο-ήσυχο το κυματάκι, και έρχεται η στιγμή να κλείσεις με τους φίλους σου αυτές τις ριμάδες τις διακοπές κι εσύ δεν έχεις όρεξη ούτε μέρος να διαλέξεις για να πάτε ή έστω να πεις την άποψή σου, ε, καταλαβαίνεις, άνθρωπέ μου, πια ότι κάτι δεν πάει καλά; Πόσο ακόμα θα κοιμάσαι; Ξεχείλισε λέμε το ποτήρι και πέρα απ’ την κατάθλιψη θα ‘χεις και να σφουγγαρίζεις, απ’ όπου κι αν το δεις δε σε συμφέρει.
Εγώ δηλαδή έτσι ξύπνησα. Όταν είδα ότι δεν είχα όρεξη ούτε γι’ αυτό που περίμενα μήνες ολόκληρους. Ότι, ακόμα και σ’ αυτό το θέμα, η χαρά με είχε εγκαταλείψει. Λέγανε οι άλλοι για νησιά, για θάλασσες, για πέλαγα, για rent a car, για κάμπινγκ κι εγώ σκεφτόμουν…… …ή μάλλον δεν σκεφτόμουν! Γιατί δεν είναι σκέψη όταν το μυαλό είναι κολλημένο απ’ τον καιρό του Νώε στα ίδια και στα ίδια θέματα (τη δουλειά, τις υποχρεώσεις, τους λογαριασμούς, τα έξοδα), αυτό είναι κόλλημα και μάλιστα καραμπινάτο!
Εντάξει, δεν είναι εύκολο να μείνει αμετακίνητη η χαρά στις μέρες μας -να τα λέμε κι αυτά. Κι εγώ δηλαδή, αν ήμουνα χαρά, θα είχα πάρει πόδι προ πολλού. Βασικά θα μου είχαν δώσει πόδι. Γιατί η χαρά η κακομοίρα (τι αντίθεση, Χριστέ μου!) δεν φεύγει από μόνη της. Όχι. Πάντα κάποιος πάει και τη διώχνει. Και σήμερα είναι πολλοί αυτοί που τη χτυπούν αλύπητα και δεν τη θέλουνε ανάμεσά μας, δεν είναι ότι σηκώνεται και φεύγει έτσι, στα καλά καθούμενα.
Αλλά και; Επειδή κάποιοι θέλουν να τη διώξουνε με τις κλωτσιές όπως ο Διαμαντόπουλος την Κατερίνα Χέλμη στο “Νόμος 4000”, εμείς μαζεύουμε υπογραφές για να το κάνουμε; Και, άντε, η Κατερίνα Χέλμη πες ήτανε ανήθικη και ενοχλητική. Αυτή η χαρά, που στόμα έχει και μιλιά δεν έχει, ποιον ενόχλησε; Εμένα πάντως όχι! Και γι’ αυτό δεν θα το αφήσω έτσι το θέμα. Θα φάω τον τόπο! Θα τη βρω! Θα κινήσω γη και ουρανό, αλλά η χαρά θα βρεθεί! Να δω τουλάχιστον ότι είναι καλά. Κι αν είναι αυτή καλά, θα ‘μαι κι εγώ. Ας πάρει τον χρόνο της κι ας επιστρέψει όποτε θέλει. Εγώ θα περιμένω. Θα περιμένω και θα σκέφτομαι πώς να μην την ξαναχάσω.
Η καθημερινότητα, δυστυχώς, πολλές φορές κρύβει μικρές-μικρές παγίδες. Πρέπει να είσαι συνεχώς σε επαγρύπνηση. Να ‘χεις τα μάτια, τα αυτιά σου, το μυαλό σου παντού. Να τα προσέχεις όλα. Και είναι πια τόσα πολλά αυτά που πρέπει να προσέχεις. Και μας φορτώνουν συνεχώς και άλλα. Είναι λογικό να χάνεις τον λογαριασμό και κάποια απ’ αυτά να σου ξεφεύγουν. Όπως είναι λογικό και να φορτώνεσαι συνέχεια με καινούρια. Σιγά να μη σ’ αφήσουνε σε ησυχία. Ούτως ή άλλως όμως ποιος ζήτησε ησυχία;;; Ε;;; Η ησυχία είναι άσχημο πράγμα και ουδεμία σχέση έχει με την ηρεμία. Ήρεμοι να είμαστε. Ήσυχοι όχι. Γιατί η ησυχία φέρνει ύπνο κι ο ύπνος απομόνωση.Γιατί πόσο να μείνει δίπλα σου κι ο άλλος να περιμένει να ξυπνήσεις ακούγοντας ροχαλητό; Κι ανοίγεις κάποτε τα μάτια σου και δίπλα σου ούτε χαρά ούτε ακρόαση. Αλλά δε φταίνε οι άλλοι. Το ξέρεις πια πολύ καλά αυτό. Καθένας κάνει τη δουλειά του. Κι η δική σου η δουλειά είναι να μένεις ξύπνιος, να μην αφήνεις τα μικρά, καθημερινά πραγματάκια να συσσωρεύονται, αλλά, αντίθετα, με το που βλέπεις ότι η βρύση αρχίζει να σου στάζει, να φωνάζεις τον υδραυλικό κι όχι να βάλεις από κάτω το ποτήρι, γιατί αυτή είναι η εύκολη και γρήγορη λύση.
Οι λύσεις δεν πρέπει μάλλον να ‘ναι εύκολες και γρήγορες. Εύκολες και γρήγορες είναι οι μακαρονάδες. Που μπορεί να είναι πεντανόστιμες, αλλά δεν παύουν να ‘ναι και παχυντικές. Κι εγώ στις διακοπές μου φέτος δε θα πάω χοντρός. Θα πάω αδυνατισμένος και σε φόρμα. Γιατί θα πάω διακοπές. Τέλος! Θα πάω και θα διαλέξω με τους φίλους μου το καλύτερο μέρος. Θα φάμε ώρες μπροστά στον υπολογιστή να ψάχνουμε, να διαφωνούμε, να γελάμε, να συγκρίνουμε, να λογαριάζουμε… δεν έχω σκοπό να χάσω στιγμή απ’ όλα αυτά. Θα πάω διακοπές και μάλιστα διπλός: εγώ και η χαρά μου. Ναι, ναι, και η χαρά μου. Θα με ξαναβρεί, είμαι σίγουρος. Αυτή όταν νιώσει ότι σου έλειψε, γυρίζει πάντα. Έστω και λίγη-λίγη όπως έφυγε. Σημασία έχει ότι γυρίζει. Και ότι εγώ δε σκοπεύω να την αφήσω να φύγει -τουλάχιστον- εύκολα. Η καθημερινότητα είναι παγίδα, αλλά την ελέγχουμε σε μεγάλο βαθμό εμείς. Εμείς και το μυαλό μας…